01/02/2011
Παρέμβαση Δ.Ρέππα στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ & ΔΙΚΤΥΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
Αθήνα, 1η Φεβρουαρίου 2011
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Σε τέσσερα σημεία στάθηκε κυρίως στη σύντομη παρέμβασή του ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Δημήτρης Ρέππας, κατά τη σημερινή συζήτηση του νομοσχεδίου για την εξυγίανση και ανάπτυξη των αστικών συγκοινωνιών της Περιφέρειας της Αττικής, μετά την κατάθεση των απόψεων των εμπλεκόμενων κοινωνιών φορέων, στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής. Συγκεκριμένα, είπε:
1. Διάλογος: Έγινε διάλογος από τη στιγμή που παρουσιάσαμε στο Υπουργικό Συμβούλιο τον προηγούμενο Δεκέμβρη το νομοσχέδιο. Η δημόσια διαβούλευση που ακολούθησε έδωσε τη δυνατότητα σε φορείς και πολίτες εκτός της κοινότητας των εργαζομένων στους συγκοινωνιακούς φορείς να διατυπώσουν τις απόψεις τους. Το τελευταίο για το οποίο μπορεί να κατηγορηθεί η Κυβέρνηση είναι ότι δεν διαβουλεύεται ή δεν κάνει διάλογο.
Ο διάλογος όμως έχει έναν χρονικό ορίζοντα. Δεν είναι η μομφή για έλλειμμα διαλόγου αυτή η οποία δικαιολογεί τη στάση των εργαζομένων που οδηγούνται και σε απεργιακές κινητοποιήσεις. Αυτό που συνιστά τη μεγάλη διαφορά μας είναι το πρωτογενές και απλό: Δεν θα ήθελαν να αναλάβει η Κυβέρνηση μία τέτοια νομοθετική πρωτοβουλία. Θα ήθελαν να συζητούμε για πολύ καιρό, στο πλαίσιο ενός «διαλόγου». Η Κυβέρνηση είναι αυτή που εξήγησε όμως εδώ και αρκετούς μήνες ότι πρέπει να δοθεί λύση -κι εγώ προσωπικώς στο πλαίσιο των προγραμματικών δηλώσεων- και το κάνει πράξη. Παίρνουμε αυτή τη νομοθετική πρωτοβουλία, που αντιμετωπίζει όλα αυτά τα προβλήματα που όλοι έχουμε εντοπίσει ότι αποτελούν την παθογενή εστία στις αστικές συγκοινωνίες της Αττικής.
2. Ο δημόσιος χαρακτήρας των αστικών συγκοινωνιών της Αττικής διατηρείται και διασφαλίζεται ακόμα περισσότερο. Ταυτόχρονα περιφρουρούμε το δικαίωμα στην εργασία για το σύνολο των υπαλλήλων των συγκοινωνιακών εταιρειών. Ασφαλώς οι μετατάξεις ξεβολεύουν, δεν γίνονται ευχάριστα δεκτές, από μερίδα εργαζομένων. Πρέπει να γνωρίζουν όμως ότι και μόνον η συγχώνευση των φορέων αυτών σε δύο από πέντε που είναι σήμερα, οδηγεί σε μεγάλες οικονομίες κλίμακος και κάνει αναγκαία τη μεταφορά προσωπικού από τις νέες εταιρείες. Όχι μόνο για λόγους δημοσιονομικούς και οικονομικούς, αλλά και για λόγους οργανωτικούς και λειτουργικούς. Επίσης, ας έχουν υπόψη τους οι φίλοι εργαζόμενοι ότι οι μετατάξεις συγκαταλέγονται στον υπολογισμό των προσλήψεων με τον κανόνα του ένα προς πέντε, άρα θεωρούνται προσλήψεις κι έτσι εκ των πραγμάτων στερούν από νέους ανθρώπους που βρίσκονται εκτός των τειχών, μια ευκαιρία να διεκδικήσουν μία θέση στο Δημόσιο, στο ευρύτερο κράτος.
Βεβαίως τα ελλείμματα τα οποία έχουν σήμερα αυτές οι εταιρείες αν δεν αντιμετωπιστούν από τη δική μας πλευρά ώστε να εξαληφθούν, υπονομεύουν τη βιωσιμότητά τους, πράγμα που σημαίνει ότι υπονομεύουν και τις θέσεις εργασίας σε αυτές. Αν πράγματι οι εργαζόμενοι θεωρούν ότι οι ίδιοι με κάποιο συγκεκριμένο επιχειρησιακό σχέδιο μπορούν να αναλάβουν την ευθύνη διοίκησης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης για την παροχή συγκοινωνιακού έργου αυτών των εταιρειών, είμαστε έτοιμοι να το συζητήσουμε. Σας λέω όμως, ότι πράγματι το πρώτο που πρέπει να αντιμετωπιστεί αυτήν την ώρα είναι ο εξορθολογισμός και η λειτουργία αυτών των φορέων, ώστε να καταστούν με βεβαιότητα βιώσιμοι, πράγμα το οποίο διασφαλίζει και το δημόσιο χαρακτήρα των εταιρειών, αλλά και την εργασία των σημερινών υπαλλήλων. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει.
3. Εισιτηριοδιαφυγή και η αντικοινωνική αντίληψη των τζαμπατζήδων. Αν πράγματι υπάρχει μία πολιτική συνταγή, σύμφωνα με την οποία μπορούμε σε έναν φορέα και μάλιστα αυτού του χαρακτήρα να αυξάνουμε τις επιδοτήσεις από το κράτος, να μειώνουμε το κόμιστρο, να αυξάνουμε τους μισθούς και ταυτόχρονα να αυξάνουμε τις παρεχόμενες υπηρεσίες, ποσοτικά και ποιοτικά, τότε αυτή τη συνταγή ευχαρίστως θα την δεχόμαστε όλοι, θα την υιοθετούσαμε αρκεί να ήταν τεκμηριωμένη και ρεαλιστική. Ας είμαστε όμως υπεύθυνοι κι ας πούμε ευθέως ότι αυτοί που εμφορούνται από αυτήν την αντικοινωνική αντίληψη και είναι τζαμπατζήδες, ουσιαστικώς με τη στάση τους υπονομεύουν τη βιωσιμότητα των εταιρειών και στρέφονται εναντίον των συμφερόντων των εργαζομένων σε αυτές τις εταιρείες.
Συνιστά δολιοφθορά η στάση των τζαμπατζήδων γιατί οι εταιρείες θα οδηγηθούν, εάν επικρατεί μια τέτοια αντίληψη, σε ακόμα μεγαλύτερα ελλείμματα τα οποία είτε θα κληθεί να πληρώσει ο κάθε φορολογούμενος πολίτης στην Κρήτη, στον Έβρο, τα Γιάννενα και την Κέρκυρα που δεν χρησιμοποιούν τα μέσα, μέσω του προϋπολογισμού του οποίου η επιδότηση θα αυξηθεί στις ελλειμματικές εταιρείες της Αθήνας, είτε μέσω της νέας αύξησης στην τιμή του κομίστρου. Στη δεύτερη περίπτωση, θα τιμωρήσουμε και τους πολίτες που πρέπει να επιβραβεύσουμε, αυτούς που είτε από ανάγκη είτε από επιλογή και πεποίθηση επιλέγουν να χρησιμοποιούν ένα μαζικό μέσο μεταφοράς.
Πρέπει να σας πω ότι οι αστικές συγκοινωνίες των επαρχιακών πόλεων, των πρωτευουσών των νομών, δεν επιδοτούνται κι εκεί το ύψος του κομίστρου στη δεύτερη ζώνη, που είναι και το κόμιστρο που πληρώνουν οι περισσότεροι για το μεγαλύτερο ποσοστό μετακινήσεων που γίνονται σε αυτές τις πόλεις κυμαίνεται στο 1,50 ευρώ. Σήμερα με τις τιμές που ισχύουν στις αστικές συγκοινωνίες στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τις άλλες πόλεις της Ελλάδας, οι αστικές συγκοινωνίες στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη έχουν το χαμηλότερο κόμιστρο, γιατί επιδοτείται. Αναγνωρίζουμε βεβαίως αυτόν τον κοινωνικό ρόλο γι’ αυτό ακριβώς θεωρούμε υποχρεωτική και αναγκαία την επιδότηση, σε ένα εύλογο ύψος όμως. Γιατί πέραν αυτής της άμεσης επιδότησης, αν συνυπολογίσει κανείς την έμμεση επιδότηση η οποία προέρχεται από την ανάληψη εκ μέρους του κράτους των βαρών που προκύπτουν από εγγυήσεις που έχει προσφέρει προκειμένου οι εταιρείες αυτές να προχωρήσουν σε δανεισμό αντιλαμβάνεστε ότι τα ποσά είναι πολύ μεγαλύτερα. Κι αυτό ισχύει μόνον για την Αθήνα.
Την περίοδο 2004-2009 οι άμεσες επιδοτήσεις, το ποσό που δίνεται ετησίως συνολικά γι’ αυτά τα χρόνια έφθασε στο ύψος των 727 εκ. ευρώ, η δε έμμεση επιδότηση, η κάλυψη δηλαδή δανειακών αναγκών με εγγύηση του Δημοσίου έφθασε το 1,6 δισ. Συνολικώς δηλαδή 2 δισ. 300 εκ. ευρώ. Κι αυτό δεν πρέπει να μας διαφεύγει. Είναι αντικοινωνική στάση να μην πληρώνει κάποιος το εισιτήριό του, να μην πληρώνει κάποιος διόδια -και θα πάρουμε πρωτοβουλία σε αυτήν την κατεύθυνση- διότι έτσι είναι σαν να λέει ευθέως «δεν πληρώνω εγώ. Για μένα να πληρώσει κάθε άλλος Έλληνας».
4. Απεργιακές κινητοποιήσεις: Ασφαλώς οι εργαζόμενοι έχουν δικαιώματα τα οποία πρέπει να γίνονται σεβαστά. Σε αυτή την κρίσιμη φάση όμως, πρέπει να δείξουμε όλοι μέτρο και ευθύνη. Γιατί ούτε η δημαγωγία και ο λαϊκισμός, ούτε η αλαζονεία και ο αυταρχισμός, τα δύο άκρα, μπορούν να οδηγήσουν σε λύση. Πρέπει να δείξουμε ευθύνη. Εμείς έχουμε ευθύνη λόγω της περίστασης που βρέθηκε η χώρα. Πράγματι όλοι έχουμε χάσει, όλοι κάτι χάνουμε, και οι εργαζόμενοι χάνουν, κάποιοι περισσότερο κάποιοι λιγότερο. Χάνουν οι εργαζόμενοι στις αστικές συγκοινωνίες, χάνουν ρυθμίσεις που προβλέπονται στις ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις, ακραία προκλητικές και πρέπει να σταματήσουν να υφίστανται, χάνουν ένα μέρος των αποδοχών τους.
Όλοι κάτι χάνουμε για να κερδίσει τελικώς η επί πολλά χρόνια χαμένη Ελλάδα. Αυτή είναι μία αλήθεια, την οποία ουδείς κρύβει. Και όλοι την αναγνωρίζουμε και πρώτα από όλους εμείς. Από την άλλη όμως, αυτές οι δυσάρεστες αποφάσεις είναι οι αναγκαίες και χρήσιμες, γιατί με τις κατ’ όνομα ευχάριστες αποφάσεις είδαμε που οδηγήθηκε η χώρα. Πρέπει να σεβόμαστε τους κανόνες οι οποίοι διευκολύνουν τη συνύπαρξή μας μέσα από τις διαφορές μας κι ένας κανόνας, μεταξύ των άλλων, είναι ο σεβασμός στις αποφάσεις της Ελληνικής Δικαιοσύνης.
Βεβαίως, ενώ μιλούμε με ευαισθησία για τους εργαζόμενους και τα προβλήματά τους και δεν κουνάμε ποτέ το δάκτυλο στους εργαζόμενους, ταυτοχρόνως απαιτούμε κι εκείνοι να μην δείχνουν τη γροθιά τους στην ελληνική κοινωνία. Γιατί όταν μιλούμε για τον κοινωνικό ρόλο κρίσιμων συγκοινωνιακών υπηρεσιών δεν πρέπει να υπερασπιζόμαστε αυτόν τον κοινωνικό ρόλο με μια αντικοινωνική στάση.
Είναι ώρα λοιπόν ευθύνης για όλους μας και νομίζω ότι δεν φανερώνει αδυναμία, ίσα - ίσα δείχνει πολιτική δύναμη, δείχνει συνδικαλιστική δύναμη όταν κάποιος σε αυτήν την κρίσιμη για την χώρα περίοδο παίρνει μία στάση που δεν είναι ίσως δημοφιλής, αλλά είναι αυτή η οποία διασφαλίζει τα δικαιώματα των εργαζομένων στην προοπτική τους και υπηρετεί το